Αρχικά η συνέντευξή μας είχε κανονιστεί μέσω e-mail. Οι καθημερινές υποχρεώσεις αρκετές για να σε κάνουν να τρέχεις όλη τη μέρα και έτσι, δυστυχώς, δεν δίνουν πολλά χρονικά περιθώρια. Εν τέλει, αυτές οι ίδιες υποχρεώσεις μετέτρεψαν το ραντεβού μας σε τηλεφωνικό αντί για ιντερνετικό. Αυτή η μικρή αλλαγή βέβαια με έκανε να γνωρίσω έναν υπέροχο άνθρωπο. Ευγενική, φιλική, ανοιχτόκαρδη. Η Ελένη Ουζουνίδου είναι ο άνθρωπος που θα ήθελες πάντα να έχεις δίπλα σου. Η αισιοδοξία, η ευγένεια, το χιούμορ και η αμεσότητα της είναι χαρακτηριστικά που δεν συναντάς εύκολα στις μέρες μας. Την ευχαριστώ πολύ για αυτή την όμορφη συνέντευξη.
Της Ελευθερίας Αντύπα
Πώς προέκυψε η υποκριτική στη ζωή σου;
Ήμουν στη Θεσσαλονίκη όπου σπούδαζα διατροφολόγος και μπήκα κάποια στιγμή σε μια ομάδα του Πανεπιστημίου. Μου άρεσε πολύ και κάποιοι φίλοι επέμεναν να δώσω εξετάσεις. Έδωσα τελικά στη Σχολή του Κρατικού Βορείου Ελλάδος και πέρασα. Από εκεί και πέρα παθιάστηκα κιόλας. Μπήκε το μικρόβιο, που λέμε, μπήκε και το πάθος. Πριν δεν ήμουν σίγουρη. Ήταν κάτι που μου άρεσε αλλά δεν ήμουν σίγουρη ότι θέλω να είναι αυτό και το επάγγελμά μου. Από τη στιγμή που μπήκα όμως στη σχολή άρχισα να βλέπω τα πράγματα διαφορετικά.
Γεννήθηκες και μεγάλωσες στην Κομοτηνή. Τι αναμνήσεις έχεις από τη ζωή εκεί;
Στην Κομοτηνή δεν έχω μόνο αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια. Έχω και παρόν και μέλλον στην Κομοτηνή γιατί όλη μου η οικογένεια, οι φίλοι μου, οι συμμαθητές μου είναι εκεί. Περιμένω πώς και πώς να τελειώσουμε τις παραστάσεις, να σταματήσω για λίγο τα γυρίσματα, λόγω της Μεγάλης Εβδομάδας και να πάω επάνω να τους δω. Έχω ένα χρόνο να τους δω και καίγομαι. Έχω και δύο ανιψούλες απ’ τον αδερφό μου που είναι πιτσιρίκια. Η μία είναι τρεισήμισι και η άλλη είναι δύο. Δεν έχω μόνο αναμνήσεις λοιπόν. Η μισή μου ζωή είναι εκεί.
Σε γνωρίσαμε από τον μονόλογο “Σταματία, το γένος Αργυροπούλου”. Μια παράσταση η οποία αγαπήθηκε πολύ από το κοινό, ενώ έλαβε και εξαιρετικές κριτικές. Σε αγχώνει, όσον αφορά τα επόμενα βήματά σου, όταν μια δουλειά που κάνεις έχει τόση επιτυχία;
Προσεκτική θεωρώ ότι ήμουν πάντα. Είκοσι χρόνια που είμαι στο επάγγελμα και δουλεύω ασταμάτητα, προσπαθώ να είμαι προσεκτική, να μην κάνω εκπτώσεις, γιατί ξέρεις επειδή μπαίνει το θέμα της επιβίωσης καμιά φορά λες “ας το κάνω αυτό για να τα πάω λίγο καλύτερα οικονομικά”. Εκεί θέλω να είμαι προσεκτική. Προσπαθώ να…μην ξεπουληθώ. Να δουλεύω με καλούς σκηνοθέτες, σε καλές συνθήκες. Ήμουν πολύ τυχερός άνθρωπος και μέχρι τώρα ήμουν σε πολύ ωραίες παραστάσεις.
Πόσο δύσκολο είναι για μια ηθοποιό να βρίσκεται επί μιάμιση ώρα ολομόναχη πάνω σε μια σκηνή;
Είναι δύσκολος ο μονόλογος αλλά εγώ όταν έκανα τη Σταματία, ήμουν ήδη εκπαιδευμένη. Είχα άλλους τέσσερις μονολόγους στο ενεργητικό μου. Ήμουν πολύ προπονημένη. Ήξερα δηλαδή τι είναι να είσαι μόνος σου πάνω στη σκηνή και να έχεις τους θεατές μόνο απέναντι. Είχα ένα μικρό άγχος όταν ξεκίνησε η Σταματία, γιατί ήταν πολύ ιδιαίτερο το θέμα. Δεν γνώριζα τι απήχηση θα έχει αλλά είχα έναν πολύ γερό σκηνοθέτη, τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο που μου έδινε δύναμη. Δεν υπήρχε περίπτωση να είναι το πρόβλημα μου, ότι θα είμαι μόνη μου στη σκηνή. Και μετά στην πορεία των παραστάσεων απεδείχθη πως δεν είσαι μόνος σου όταν κάνεις μονόλογο. Είσαι μαζί με όλους τους υπόλοιπους θεατές που έρχονται να το δουν. Και αυτό που είχε τρομερό ενδιαφέρον, είναι ότι κάθε μέρα ήταν μια διαφορετική παράσταση σε αυτό τον μονόλογο. Όπως και σε όλες τις παραστάσεις βέβαια. Και σε αυτή που παίζουμε τώρα, που είμαστε άλλοι πέντε, κάθε μέρα τη διαμορφώνει το κοινό, με ένα μαγικό τρόπο.
Φέτος σε βρίσκουμε στο θέατρο Διάνα, στην παράσταση «Για μια ανάσα». Υποδύεσαι τη στοργική αδερφή της Ελένης Ράντου…
Δεν είναι ακριβώς η στοργική αδερφή της… Υπάρχει αυτή η κεντρική ηρωίδα, η Άννα και όλα τα υπόλοιπα πρόσωπα είναι σαν να είναι η ίδια. Η ίδια κάνει διάλογο με τον εαυτό της. Αυτή είναι μια πλευρά της Άννας, η αδερφή Σόφη, που είναι λίγο η δυτική Ευρωπαία, που τα έχει όλα τακτοποιημένα μέσα στο μυαλό της. Το θέμα του παιδιού είναι κάτι που της προκύπτει. Τη ρωτάει η Άννα κάποια στιγμή “Το θέλεις το παιδί;” κι αυτή λέει “Ίσως”. Είναι αυτές οι γυναίκες που έχουν στο μυαλό τους την καριέρα, που δεν είναι συνδεδεμένες με τη φύση τους ακριβώς. Της έρχεται μια εγκυμοσύνη και λέει “δεν ξέρω, ίσως” και στο τέλος αυτή η γυναίκα χάνει και το παιδί. Ακολουθεί την Άννα γιατί είναι το ίδιο πρόσωπο. Όλα τα πρόσωπα είναι το ίδιο πρόσωπο μέσα στην παράσταση αυτή. Δεν είναι αυτό εύκολο να το διακρίνει κανείς φυσικά. Κάνουν αυτή τη διαδρομή γιατί είναι το ίδιο πρόσωπο.
Το Χάρντεν – Χάρντεν που σταματούν αναγκαστικά οι δύο αδερφές της παράστασης «Για μια ανάσα» δεν υπάρχει. Είναι συμβολικό…
Είναι συμβολικό, δεν υπάρχει. Βρίσκονται από τη Βουδαπέστη στο Χάρντεν Χάρντεν, αυτό το μέρος που δεν το ξέρει άνθρωπος. Έχω ανακαλύψει δε, ότι Χάρντεν, λέγεται ένας κρατήρας που είναι στην πίσω μεριά του φεγγαριού, στην σκοτεινή πλευρά δηλαδή, αυτή που δεν τη βλέπει ο ήλιος και είναι το πιο κρύο μέρος του φεγγαριού. Οι ηρωίδες βρίσκονται κάπου μέσα στην Ευρώπη σε ένα παγωμένο μέρος, σε ένα σεληνιακό τοπίο. Από την ώρα που κατεβαίνουν από το τραίνο αρχίζει ο εφιάλτης γιατί δεν έχουν μετρητά, γιατί αρχίζουν οι τράπεζες να καταρρέουν, η μία πίσω από την άλλη. Φαινόμενο ντόμινο… Αρχίζει και καταρρέει το οικονομικό σύστημα. Κι από τη στιγμή που δεν έχεις κάρτα για να πληρώσεις γίνεσαι ένας παράνομος. Πρέπει να κατέβεις από το τραίνο. Κατεβαίνεις και βρίσκεσαι τιμωρία στο σεληνιακό τοπίο…
Και τελικά…
Η Άννα μιλάει για το ανθρώπινο κεφάλαιο. Πώς μπορείς να πείσεις τον καταναλωτή μαλακά και γλυκά, ότι αυτό που του προσφέρει ο επιχειρηματίας είναι αγάπη, είναι ανθρωπιά. Δεν είναι εμπόριο. Δεν είναι καπιταλισμός. Το κάνει γιατί έχει αυτήν την αθωότητα. Πιστεύει ότι μπορεί και έτσι να φτιαχτεί ο κόσμος. Ότι τον καπιταλισμό μπορούμε να τον χρυσώσουμε, να τον μελώσουμε και να τον προσφέρουμε. Αλλά τελικά και αυτό δεν ισχύει. Έτσι και μπεις στο γρανάζι τελειώνει και το μόνο που σου μένει είναι τίποτα. Η ανθρώπινη φύση και η ύπαρξη σου τελικά. Η ανάσα σου. Γι’ αυτό στο τέλος όσο έχεις ανάσα είσαι απειλή. Από τη στιγμή που είσαι άνθρωπος είσαι απειλή.
Κανείς μαθήματα απ’ όσο γνωρίζω σε νέους ηθοποιούς;
Διδάσκω στη σχολή του Πειραϊκού Συνδέσμου όπου κάνω υποκριτική. Έχω φέτος το δεύτερο έτος. Είναι η τρίτη χρονιά που διδάσκω.
Εκτός από το θέατρο φέτος κάνεις την παρθενική σου εμφάνιση στην τηλεόραση, στον Αστέρα Ραχούλας στον ALPHA. Πως είναι αυτή η πρώτη επαφή για εσένα;
Είναι καταπληκτικά. Οι συνθήκες είναι τέλειες. Το αποτέλεσμα είναι κινηματογραφικό. Η πρώτη μου λήψη, το πρώτο μου πλάνο, ήταν μια σκηνή που μαδούσα μια κότα. Γι’ αυτό είχα περισσότερο άγχος παρά για τα υπόλοιπα (γέλια)
Τα γυρίσματα που γίνονται;
Τα γυρίσματα γίνονται σε διάφορα μέρη της Αττικής, στο πάρκο Τρίτση, στην Ανάβυσσο, στην Παιανία και στην ορεινή Αρκαδία. Το Δάρα, το φοβερό χωριό.
Τι σε έκανε να πεις ναι σε αυτή την συνεργασία;
Το κανάλι, ο παραγωγός μας Γιάννης Τζέτζας, ο σκηνοθέτης Νίκος Κρητικός, οι σεναριογράφοι Γιώργος Κρητικός και Μάκης Πιτταράς και οι συνάδελφοι που είναι όλοι ένας κι ένας.
Ο χαρακτήρας που υποδύεσαι είναι η Τασία. Η Τασία είναι λίγο κουτσομπόλα, λίγο ανακατόστρα, αλλά αγαπάει υπερβολικά τον άντρα της και τον γιο της, κι ας μην το δείχνει. Ποια είναι τα κοινά και ποιες οι διαφορές σου με την Τασία;
Δεν υπάρχει καμία απολύτως σχέση. Όλα είναι διαφορετικά. Είναι μέσα στην ίντριγκα! Τα κάνει όλα όμως γιατί πιστεύει ότι θα σώσει την οικογένεια της έτσι. Της έχει τάξει η ξαδέρφη της η Γιώτα ότι, η δημαρχίνα του Παραδεισίου, του μεγαλοχωρίου ότι έτσι και ιντριγκάρει την ομάδα θα της δώσει μαγαζί στο Παραδείσι.
Ποια είναι η άποψη σου για την τηλεόραση; Είσαι από τους ανθρώπους που κάνουν διαχωρισμό μεταξύ θεάτρου και τηλεόρασης;
Ναι, τον έκανα χρόνια. Λίγο, στις κρατικές σχολές μας βάζουν στο νου “να την αποφεύγετε την τηλεόραση γιατί είναι κάτι που μπορεί να σας στιγματίσει”. Αυτά βέβαια μου δημιούργησαν μερικά ερωτηματικά και μέχρι τώρα έλεγα “όχι” στην τηλεόραση. Όταν όμως πρόκειται για μια τέτοια σειρά και μια τέτοια παραγωγή που γνωρίζεις ότι προσφέρει χαρά με ωραίο τρόπο δεν έχεις κανένα λόγο να μην το κάνεις. Ξέρεις ότι προσφέρεις κάτι ψυχαγωγικό με έναν πολύ οικείο τρόπο. Γιατί αυτό το χωριό, η Ραχούλα, είναι μια μικρογραφία της χώρας. Έχει απ’ όλους τους χαρακτήρες. Όλοι οι χαρακτήρες είναι τόσο γνώριμοι και τόσο αναγνωρίσιμοι στην ελληνική κοινωνία.
Τι σε κάνει ευτυχισμένη και τι σε στενοχωρεί από την άλλη;
Πάρα πολλά πράγματα. Δεν είναι ένα, δεν είναι δύο, δεν είναι τρία, ούτε αυτά που με κάνουν ευτυχισμένη ούτε αυτά που με κάνουν στενοχωρημένη. Στους ίδιους καιρούς ζούμε, στην ίδια πόλη ζούμε, οπότε καταλαβαίνεις…
Πώς θα περιέγραφες τον εαυτό σου με τρεις λέξεις;
Με τρεις λέξεις; Δεν μπορώ χρειάζομαι παραπάνω. Δεν θα περιέγραφα τίποτα με τρεις λέξεις μόνο. (γέλια)
Τι μπορεί να σε θυμώσει;
Πάρα πολύ η αδικία. Σε όλα τα επίπεδα.
Ποιος λειτουργεί ως πρότυπο για εσένα;
Η οικογένεια μου είναι πρότυπο για εμένα. Την αγαπάω πάρα πολύ και τη θεωρώ πρότυπο. Έχω πολλούς δασκάλους και καλλιτέχνες ως πρότυπα. Δεν έχω ένα αλλά πολλά πρότυπα λοιπόν. Γυναίκες και άντρες στον χώρο. Με τους περισσότερους είχα την τύχη και την ευλογία να δουλέψω.
Συμμετείχες πρόσφατα σε μια ταινία.
Του Σταύρου Τσιώλη. Δεν έχει βγει ακόμη. Είναι μια συγκλονιστική ταινία που το σενάριο το έχει γράψει ο Σταύρος Τσιώλης. Λέγεται “Οι γυναίκες που περάσατε από εδώ”. Οι πρωταγωνιστές είναι ο Κωνσταντίνος Τζούμας και ο Ερρίκος Λίτσης. Αυτοί είναι ο κεντρικός άξονας και περνάνε γυναίκες μέσα από αυτούς τους χαρακτήρες που είναι οι παρατηρητές των γυναικών.
Έχεις κάποια έκφραση που χρησιμοποιείς συχνά;
Είχα παλιά το “είμαι πολύ ευχαριστημένη” αλλά σιγά σιγά όσο περνάει ο καιρός δεν το χρησιμοποιώ πάρα πολύ. Ότι και να συνέβαινε εγώ έλεγα “α, εγώ είμαι πολύ ευχαριστημένη”. “Πέρασα από εκεί, μου έκλεψαν το πορτοφόλι. Είμαι πολύ ευχαριστημένη”. (γέλια) Είμαι αισιόδοξος άνθρωπος. Και τώρα που είμαστε στον πάτο, είμαι ευχαριστημένη. Έτσι όπως έχω φτιάξει την ζωή μου, έτσι όπως πορεύομαι στην τέχνη μου, έχω πολύ κόσμο να ευχαριστήσω.
info: Η παράσταση “Για μια ανάσα” ανεβαίνει μέχρι την Κυριακή 9 Απριλίου στο Θέατρο Διάνα!