Την Μαίρη Μπενέα την παρακολουθούμε μέσα από την τηλεόραση του ΣΚΑΪ και τις “Δικογραφίες”. Τελείωσε τη Νομική Σχολή της Αθήνας και έγινε δικηγόρος, ενώ, ήδη από πρωτοετής φοιτήτρια, είχε αρχίσει να δουλεύει ως δημοσιογράφος, αφού η δημοσιογραφία ήταν η μεγάλη της αγάπη. Είναι ερωτευμένη με τη δουλειά της κι αυτό φαίνεται στο αποτέλεσμα. Πιστεύει πως για να πετύχει κάποιος χρειάζεται πολλή δουλειά και αν και στο παρελθόν έχει δεχτεί απειλές, κάνοντας απλά τη δουλειά της, εκείνη δεν το βάζει κάτω. Η Μαίρη Μπενέα μας ανοίγει την καρδιά της και μοιράζεται μαζί μας περιστατικά από την εικοσαετή καριέρα της.
Της Μαριάννας Δερμάνη
Πώς πήρατε την απόφαση να γίνετε δημοσιογράφος;
Την πήρα με την ψυχή μου.
Σε ποια ηλικία καταλάβατε ότι με αυτό θέλετε να ασχοληθείτε;
Δεκαοκτώ χρονών, σε αυτή την ηλικία τότε, είχα ένα δίλημμα, ποια από τις δυο αγάπες μου θα ακολουθήσω. Η πρώτη ήταν ο χορός. Έκανα μπαλέτο και ήθελα να φύγω στην Αμερική να σπουδάσω χορό. Η άλλη μου επιλογή ήταν να μείνω στην Ελλάδα και να μπω στη νομική, όχι για να γίνω δικηγόρος αλλά για να γίνω δημοσιογράφος. Ήθελα να έχω πολύ γερά όπλα, ένα από τα οποία θεωρούσα ότι είναι ένα πτυχίο ανώτατης σχολής και η πανεπιστημιακή γνώση. Επίσης με ενδιέφερε φοβερά το έγκλημα και κυρίως η ψυχή του εγκληματία.
Τι ήταν αυτό που σας έκανε να ξεχωρίσετε στο δικαστικό ρεπορτάζ;
Καταρχήν ευχαριστώ πολύ που μου λέτε ότι ξεχώρισα (γέλια). Νομίζω, η δουλειά μου και ο τρόπος που δουλεύω τα θέματα που κυνηγούσα. Νομίζω πως δεν είναι ότι ξεχώρισα… Απλώς δούλεψα πάρα πολύ. Ο μόνος τρόπος.
Ποιες υποθέσεις δεν θα ξεχάσετε ποτέ από τη μέχρι τώρα πορεία σας;
Πολλές, πολλές υποθέσεις… Σίγουρα δεν θα ξεχάσω τις πρώτες μου υποθέσεις, όσο ασήμαντες και να ήταν, γιατί ήταν μια φοβερή εμπειρία, στο αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο όπου “πετάγανε” εμάς τους πιτσιρικάδες. Τότε παρακολουθούσα ώρες ατελείωτες όποια υπόθεση ερχόταν και δεν θα ξεχάσω ανθρώπους δυστυχισμένους. Από τον παίχτη σε χαρτοπαικτικές λέσχες, που τότε τους κυνηγούσαν, μέχρι τον τελευταίο φτωχοδιάβολο.
Από άλλες υποθέσεις δεν θα ξεχάσω ποτέ την δίκη Φραντζή. Την δίκη του ανθρώπου που σκότωσε και τεμάχισε την αγαπημένη του. Θυμάμαι χαρακτηριστικά… μπορεί να σας κάνει εντύπωση, αλλά θυμάμαι μια μυρωδιά αίματος στο Κακουργιοδικείο. Τόσο έντονη ήταν η αίσθηση αυτή του εγκληματία. Το πως αυτός ο άνθρωπος λειτούργησε… μύριζε αίμα η δίκη… Η “υπόθεση 17 Νοέμβρη” που έγραψε ιστορία και πολλές άλλες υποθέσεις, όπως υποθέσεις με οργανωμένο έγκλημα, συνεντεύξεις με ανθρώπους που άφησαν ιστορία στα ποινικά χρονικά όπως ο Παναγιώτης Βλαστός, ο Βασίλης Στεφανάκος, οι Πυρήνες της φωτιάς, ο Νίκος Ρωμανός, φίλος του Αλέξη Γρηγορόπουλου κι εγγονός του Νάσιουτζικ που έκανε απεργία πείνας μέχρι θανάτου. Όλοι αυτοί είναι άνθρωποι από τους οποίους έχω πάρει συνέντευξη. Φυσικά ο Άκης Τσοχατζόπουλος ο οποίος έδωσε την πρώτη συνέντευξη μέσα στο κελί του σε εμένα και πολλές άλλες υποθέσεις όπως οικονομικά εγκλήματα-σκάνδαλα που τα τελευταία χρόνια κάνουν θραύση. Υποθέσεις διαφθοράς που τώρα φτάνουν σιγά, σιγά στα δικαστήρια. Έχω καλύψει όλη την γκάμα εγκλημάτων και υποθέσεων στο δικαστικό ρεπορτάζ τα τελευταία 20 χρόνια τουλάχιστον.
Έχετε φοβηθεί ποτέ σε κάποιο θέμα; Έχετε σκεφτεί να κάνετε πίσω;
Καλά όποιος δεν φοβάται… (γέλια) Φοβάσαι σίγουρα! Υπάρχουν υποθέσεις όπως ας πούμε μια υπόθεση όπου με κυνηγούσε κάποιος μπράβος. Δεν ήξερα τότε που είχα μπλέξει, με τι υπόθεση είχα μπλέξει. Εγώ την είχα ξεκινήσει ως μια χαριτωμένη υπόθεση του Αγίου Βαλεντίνου. Έψαχνα να βρω μια ιστορία κάποιου ερωτικού καβγά που είχε καταλήξει στα δικαστήρια, γιατί είναι συχνό φαινόμενο. Πράγματι ανακαλύπτω την ιστορία κάποιου που φέρεται ότι κυνηγούσε την αγαπημένη του γιατί τον είχε αφήσει. Της είχε βάλει φωτιά στο σπίτι από ερωτικό πάθος και την είχε χτυπήσει. Αυτά τα δημοσίευσα τότε στο Έθνος, όπου δούλευα χρόνια, χαριτωμένα, χωρίς όνομα, ως μια υπόθεση του Αγίου Βαλεντίνου. Χωρίς να ξέρω ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν ένας από τους μεγαλύτερους, τότε, ανθρώπους του υποκόσμου. Είχε δική του συμμορία. Άρχισε να με παίρνει τηλέφωνο και να μου λέει ότι με έχει βάλει κάποιος. Πίστευε δηλαδή ότι κάποιος από το περιβάλλον της πρώην αγαπημένης του με είχε βάλει να τον ξεφτιλίσω, παρότι ούτε το όνομα του είχα δημοσιεύσει ούτε τίποτα. Μόνο την ιστορία την οποία είχα βρει από κάποια πηγή μου στην εισαγγελία.
Ό,τι και να έλεγα εγώ δεν πειθόταν, ήθελε να με φοβίσει, να με τρομάξει, να μου κάνει την ζωή δύσκολη. Με έπαιρνε συνέχεια τηλέφωνο στο σπίτι μου 2:00-3:00 τη νύχτα. Είχε μια Porsche και ερχόταν έξω από το σπίτι μου και μαρσάριζε, χτυπούσε το κουδούνι 2:00-3:00 τα ξημερώματα και μου έλεγε ότι “έχω βάλει βόμβα” ή ότι “θα βάλω βόμβα στο αυτοκίνητο σου”. Όταν έμαθα ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος τον κάλεσα μαζί με τον δικηγόρο του, που τον ήξερα, στο γραφείο του εισαγγελέα για να του κάνει συστάσεις. Δεν έπαιρνε από λόγια! Έβρισε τον εισαγγελέα και έφυγε.
Περνούσε έξω από το σπίτι μου και πυροβολούσε. Τότε η εφημερίδα που δούλευα, το Έθνος, μου είχε βάλει και σωματοφύλακα, αλλά εγώ δεν το άντεχα αυτό. Ούτε πιστεύω ότι ένας δημοσιογράφος μπορεί να ζήσει και να κυκλοφορεί έτσι. Είμαι εναντίον αυτού. Έτσι σε κάποια από τα τηλεφωνήματα που μου έκανε του είπα πες μου τι θέλεις! Θέλεις να βρεθούμε; Και πραγματικά συναντηθήκαμε εγώ και αυτός χωρίς κανέναν άλλον. Χωρίς δηλαδή μπράβους κλπ. Οι εξηγήσεις αυτές face to face έλυσαν το πρόβλημα και απέσυρε όλες τις μηνύσεις εναντίον μου. Μάλιστα μετά είχε γίνει και πολύ ένθερμος, δεν θέλω να πω υποστηρικτής αλλά εν πάση περιπτώσει φίλος από μακριά.
Πόσο κράτησε αυτό;
Δεκαπέντε ημέρες, μέρα και νύχτα ήταν έξω από το σπίτι μου. Γύριζε με την Porsche και πυροβολούσε. Ένα βράδυ έριξε πυροβολισμούς και χτύπούσε τα κουδούνια. Όλα αυτά ήταν καταγεγραμμένα γιατί είχα απευθυνθεί στην αστυνομία και τότε ο κύριος Σόμπολος, που ήταν στο Έθνος, είχε ζητήσει να υπάρχει μια προστασία αλλά εγώ δεν το άντεξα. Δεν μου άρεσε αυτό και ούτε θα μπορούσα να είμαι έτσι. Εκείνος ήθελε προφανώς να μιλήσουμε face to face, όπως και έγινε και έληξε εκεί.
Ήταν η μόνη φορά που φοβηθήκατε;
Νομίζω ναι επειδή ερχόταν έξω από το σπίτι μου. Μάλιστα είχε απειλήσει και τους γονείς μου. Είχε μπει στο σπίτι των γονιών μου τότε και είχαν τρομάξει. Κυρίως είχα φοβηθεί για αυτούς. Κατά άλλα όχι δεν έχω φοβηθεί. Δεν έχω αισθανθεί έτσι, δεν το σκέφτομαι μάλλον.
Ήταν η μόνη φορά που δεχτήκατε απειλές;
Απειλές έχω δεχτεί, αλλά τέτοιου είδους, δηλαδή να μπουν μέσα στο σπίτι μου, όχι. Ήταν η πρώτη φορά και ελπίζω και η τελευταία.
Τι απειλές έχετε δεχτεί;
Να σταματήσω ένα ρεπορτάζ ή να προσπαθήσουν να μου σταματήσουν ένα ρεπορτάζ λέγοντας μου ότι δεν θα περάσει αυτό. Θα μιλήσουμε στον διευθυντή! Θα μιλήσουμε στον έκδοτη! Μιλάω για την εφημερίδα που δούλευα. Τέτοιες προσπάθειες είχαν γίνει κατά καιρούς. Και μήνυση μου έχουν κάνει και αγωγή μου έχουν κάνει.
Κάτι τέτοιο έχει γίνει σε μια πάρα πολύ μεγάλη υπόθεση, πολύ γνωστή. Δεν θέλω να πω από ποιους γιατί ήταν η σύζυγος πρώην υπουργού εκείνη από την οποία ξεκίνησε η ιστορία και ένας τρόπος που προσπαθούν να φιμώσουν ένα δημοσιογράφο είναι οι μηνύσεις και οι αγωγές. Τέτοιες έχω δεχτεί, ποτέ δεν έχω καταδικαστεί. Πάντα τις κερδίζω γιατί προσέχω πάρα πολύ καλά τα στοιχεία στο ρεπορτάζ μου.
Πώς προέκυψε η ιδέα της εκπομπής “Δικογραφίες”;
Αυτό ήταν κάτι που το σκεφτόμουν χρόνια. Είχα δει ότι μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο. Να βγουν πράγματα που δεν μπορούν να βγουν στο χαρτί, στην εφημερίδα που δούλευα. Έβλεπα, είχα καταλάβει και ήξερα ότι η τηλεόραση έχει άλλη δύναμη.
Ήταν λοιπόν μια ιδέα που την είχα στο μυαλό μου αρκετά χρόνια και την δούλευα. Έβλεπα ότι πολλές υποθέσεις από αυτές μπορούσαν να πάρουν σάρκα και οστά έτσι.
Ήξερα ότι δεν υπάρχει μια παρόμοια εκπομπή. Να βγαίνουν δηλαδή άγνωστες πτυχές δικαστικών υποθέσεων, να βγαίνει ένα παρασκήνιο ή να γίνεται ένα είδος έρευνας και “ανακρίσης”. Δεν είμαι ψωνάρα να κάνω τον ανακριτή ή τον εισαγγελέα αλλά κάτι τέτοιο μπορεί να κάνει ένας δημοσιογράφος ας πούμε την δημοσιογραφική του ερεύνα. Δηλαδή να βγουν στοιχεία που δεν τα έχει βγάλει η δικαιοσύνη για πολλούς λόγους και να βοηθηθεί και η δικαιοσύνη μέσα από την δουλειά μου αλλά και οι άνθρωποι οι οποίοι έχουν κάποιο πρόβλημα και έρχονται σε εμένα. Στην εκπομπή μας δηλαδή.
Έτσι, λοιπόν, είχα αυτή την ιδέα χρόνια και όταν πήγα στον ΣΚΑΪ, τον Απρίλιο, την πρότεινα. Άρεσε στο κανάλι και στον κύριο Αλαφούζο και υλοποιήθηκε η ιδέα αυτή που ήταν και για εμένα ένα από τα όνειρα μου. Ήθελα πάρα πολύ να κάνω μια τέτοια εκπομπή.
Υποσυνείδητα μπαίνετε στη διαδικασία να κάνετε κι εσείς μέσα σας μια μικρή “δίκη” και να συνταχθείτε στο πλευρό κάποιου με κάθε “Δικογραφία”;
Θα σας πω τι μου έχουν πει άνθρωποι που έχουμε δουλέψει μαζί και κυρίως οι καμεραμάν, τώρα τελευταία που βγαίνουμε συνέχεια σε θέματα για την εκπομπή. Μου λένε ότι “μπαίνεις πολύ μέσα στην υπόθεση”. Αυτό σημαίνει ότι συναισθηματικά με αγγίζουν οι υποθέσεις. Αυτό δεν ξέρω εάν είναι καλό ή κακό αλλά μάλλον καλό είναι με την έννοια ότι δεν μπορείς, αν δεν ζήσεις μια υπόθεση, να την βγάλεις καλά. Δεν λειτουργώ επιδερμικά σε τίποτα. Πάντα μπαίνω μέσα σε ότι και με ότι ασχολούμαι. Μπαίνω βαθιά και στις υποθέσεις και στην ουσία μιας έρευνας που κάνω.
Ποια υπόθεση σας “δυσκόλεψε” στην εκπομπή;
Όλες έχουν τις δυσκολίες τους και κυριότερο είναι οι άνθρωποι οι οποίοι εκτίθενται στην κάμερα να νιώσουν άνετα.Το να νιώσουν εμπιστοσύνη το σημαντικότερο.
Η συνεργασία σας με το κανάλι σας στοίχησε την εργασία σας στο Έθνος. Έχετε μετανιώσει για τις επιλογές σας;
Είναι λίγο ευαίσθητο αυτό που με ρωτάτε… νομίζω ναι μου στοίχησε την δουλειά μου στο Έθνος αλλά δεν με πειράζει γιατί κάποια στιγμή πρέπει να κάνουμε επιλογές. Είμαι αυτής της άποψης και όταν έχω να επιλέξω νομίζω ότι επιλέγω με γενναιότητα. Δεν έχω μετανιώσει καθόλου, όχι, και να σας πω και κάτι; Ίσως έκανα και τον κύκλο μου στην εφημερίδα. Εντάξει, για πάρα πολλά χρόνια ήταν το δεύτερο μου σπίτι. Εκεί μεγάλωσα αλλά κάποια στιγμή όλα τα παιδιά πρέπει να φεύγουν από το σπίτι τους.
Καλώς ή κακώς η δημοσιογραφία είναι μια δύσκολη και απαιτητική δουλειά. Έχετε σκεφτεί ποτέ να τα παρατήσετε;
Να τα παρατήσω λόγο δυσκολιών ποτέ! Είναι ο χαρακτήρας μου τέτοιος που οι δυσκολίες με πεισμώνουν και προσπαθώ ακόμη περισσότερο. Ίσως εάν δεν είχε δυσκολίες θα τα είχα παρατήσει από βαρεμάρα.
Πολλά παιδιά πηγαίνουν σε σχολές Δημοσιογραφίας σκεπτόμενα να γίνουν μεγάλα αστέρια της τηλεόρασης. Εσείς πιστεύετε ότι αυτό το επάγγελμα έχει «γεμίσει»;
Επειδή δίδασκα και εγώ χρόνια σε σχολή δημοσιογραφίας για μένα δεν σημαίνει τίποτα το έχει γεμίσει ή το έχει αδειάσει. Πάντα υπάρχει χώρος για ανθρώπους άξιους ικανούς και διαφορετικούς. Αλλιώτικους. Πιστεύω πολύ σε αυτό.
Ποια είναι η συμβουλή σας στα νέα παιδιά που σκέφτονται να ακολουθήσουν το επάγγελμα αυτό;
Επιμονή, πείσμα δηλαδή. Πείσμα να μην τα παρατήσουν και να κάνουν αυτό που αισθάνονται. Αν αυτό που αισθάνονται είναι να μείνουν εκεί να μείνουν εκεί. Αυτή η δουλειά, αν δεν την αγαπάς πολύ, πολύ μέχρι δηλαδή να είσαι πολύ ερωτευμένος, δεν μπορείς να την κάνεις καλά. Θα την κάνεις μισά και ό,τι γίνεται μισό έχει και το αντίστοιχο αποτέλεσμα. Πιστεύω ότι πρέπει να δίνουν χωρίς να σκέπτονται τι θα πάρουν.
Ποιο πράγμα μπορεί να σας κάνει να μην κοιμηθείτε το βράδυ;
Μόνο εάν έχω ενοχές ή τύψεις για κάτι. Κατά τα άλλα κοιμάμαι μια χαρά. Και δεν έχω γι’ αυτό και κοιμάμαι πολύ καλά! Μπορεί να με κάνει να μην κοιμηθώ όταν νιώσω ότι έχω αδικήσει κάποιον, αυτό είναι κάτι που δεν το αντέχω. Να με αδικήσουν δεν με πειράζει και με έχουν αδικήσει πάρα πολλές φορές. Έτσι αισθάνομαι. Να αδικήσω είναι αυτό που δεν αντέχω με τίποτα. Πιστεύω πολύ στην δικαιοσύνη.
Τι ρόλο παίζει η οικογένεια στη ζωή σας;
Πιστεύω ότι για όλους τους ανθρώπους η οικογένεια είναι πολύ σημαντική, απλώς ο καθένας έχει έναν υποκειμενισμό πάνω σε αυτό, πώς την βλέπει δηλαδή. Για μένα η οικογένεια δεν είναι μόνο το σπίτι μου. Την οικογένεια μου την παίρνω παντού μαζί να σας το πω έτσι. Δηλαδή θέλω να πω ότι έχω μια κόρη, η δουλειά αυτή είναι πάρα πολύ απαιτητική, όμως ποτέ δεν σκέφτηκα αν θα αφήσω ή το παιδί μου ή την δουλειά μου. Έπαιρνα και τα δυο πάντα μαζί. Δηλαδή το παιδί στην δουλειά και την δουλειά στο σπίτι.
Τι ελπίζετε για το μέλλον;
Πιστεύω πολύ στην χαρά. Θέλω να μου φέρει πολλή χαρά. Και το προηγούμενο έτος μου έφερε χαρές και χαρά αλλά θέλω ακόμα περισσότερη.
Πότε θα βγει στον αέρα η εκπομπή;
Πρώτη Φεβρουαρίου θα αρχίσει να προβάλεται η νέα μορφή της εκπομπής η οποία θα είναι οι γνωστές Δικογραφίες, απλώς μεγαλώνει κατά μισή ώρα. Διπλασιάζεται δηλαδή ο χρόνος μας. Μπορώ να πω ότι αναβαθμιστήκαμε, ότι κατά κάποιον τρόπο πέτυχε αυτό που ήταν ας πούμε πειραματικό, πιλοτικό. Γίνεται διπλάσιος ο χρόνος εκπομπής και θα προβάλλεται κάθε Τετάρτη βράδυ.
Τι υποθέσεις μπορούμε να περιμένουμε στην εκπομπή;
Υποθέσεις συγκλονιστικές, ανθρώπινες, καυτές, μυστηριώδεις, αλλιώτικες. Υποθέσεις που θα αφήνουμε σίγουρα στον τηλεθεατή μια αίσθηση δίκαιου ή άδικου. Θέλω πολύ να βγαίνει αυτό. Το θεωρώ πολύ σημαντικό. Όχι να γίνεται μια δουλειά τυφλή. Να μπορούμε να βοηθήσουμε σε μια υπόθεση, σε μια έρευνα αλλά και να καταλαβαίνει και ο τηλεθεατής αν αυτός ο άνθρωπος έχει δίκιο ή άδικο.