Συνέντευξη στην Δωροθέα Μακρή.
Το βιβλίο σας «Συνάντηση με την Κλερ» από τις εκδόσεις Ανεμολόγιο, είναι το πρώτο σας μυθιστόρημα που εκδίδετε και επιλέξατε στην πλοκή του να δώσετε έμφαση στο μοιραίο. Πιστεύετε ότι μας καθορίζει στη ζωή;
Πιστεύω στην επιλογή και την ευθύνη που φέρει ο καθένας για τη ζωή του. Μπορεί όντως κάποια γεγονότα στη ζωή μας να είναι μοιραία και καθοριστικά, αλλά όσο ζούμε, ό,τι ζούμε είναι αυτό που έχουμε επιλέξει. Τη στάση μας απέναντι στο μοιραίο, δεν την ορίζει το γεγονός, εμείς την ορίζουμε. Και πάντα υπάρχει επιλογή, ακόμη κι αν το κόστος φαντάζει δυσβάσταχτο. Εξ ορισμού η επιλογή έχει κάποιο τίμημα, αφού κάτι θα αφήσουμε έναντι εκείνου που επιλέξαμε κι όταν αυτό που χρειάζεται να «θυσιάσουμε» είναι βαθιά ριζωμένο μέσα μας και δεν μπορούμε να το αποχωριστούμε, τότε μοιάζει να μην υπάρχει επιλογή και το μοιραίο μας καθορίζει. Αλλά η ευθύνη, είναι δική μας και σ΄ αυτή την περίπτωση. Εκείνο πάντως που πιστεύω για το μοιραίο, όπως και κάθε σημαντικό γεγονός στη ζωή μας, είναι ότι βρίσκεται εμπρός μας για να μας ωθήσει προς την εξέλιξή μας. Αν το αποδεχτούμε ως τέτοιο και κάνουμε το βήμα, το όφελος γίνεται αντιληπτό εκ του αποτελέσματος. Διαφορετικά, μεμψιμοιρούμε και μας φταίνε όλοι και όλα γύρω μας.
Τι σας έκανε να δανείσετε το όνομά σας, και όχι μόνο, σε μία βασική ηρωίδα του βιβλίου; Η Φωτεινή εκτός από συνονόματη είναι και συγγραφέας. Εμπεριέχει το βιβλίο σας αυτοβιογραφικά στοιχεία;
Όχι, καθόλου δε μοιάζω με τη Φωτεινή ως χαρακτήρας. Το πορτραίτο μιας Κλερ που είδα στη Βουργουνδία και αποτέλεσε ερέθισμα για την πλοκή της ιστορίας ήταν ο πρώτος λόγος. Το παιχνίδι με τα δύο ονόματα, Κλερ και Φωτεινή, στα Γαλλικά και τα Ελληνικά ήταν ο δεύτερος. Θα μπορούσα βέβαια να βρω δυο άλλα ονόματα στις δυο γλώσσες για να εξυπηρετήσουν τον σκοπό μου, αλλά ήταν και ο συμβολισμός του ονόματος που ήθελα να κρατήσω -αυτή που δίνει λάμψη, άρα επιλέγει το φως έναντι του σκότους- που δεν άφησε περιθώριο να το σκεφτώ περισσότερο ούτε να δώσω άλλες διαστάσεις. «Γιατί όχι;» σκέφτηκα. «Ούτως ή άλλως υποβάλλομαι σε κάποια έκθεση με το βιβλίο, όπως ο καθένας που ανοίγεται σε κοινό, ας βουτήξω ολόκληρη σ΄ αυτό, να ξεπεράσω και τους δισταγμούς του πρωτάρη με τη μία». Αν τώρα σε υποσυνείδητο επίπεδο κάτι άλλο έπαιξε ρόλο, τι να πω; Ίσως το καταλάβω κάποτε.
Με ποιον τρόπο γράφετε; Ξεκινάτε με ένα θέμα και όπου σας πάει ή έχετε συγκεκριμένο πλάνο από την αρχή; Ποια είναι τα πρώτα υλικά;
Πρώτα ξεπηδάει το θέμα με το οποίο φλερτάρω καιρό κι αρχίζω σιγά-σιγά να δημιουργώ στο μυαλό μου το σκαρίφημα της ιστορίας και τους ήρωες. Στο μεταξύ, κρατώ σημειώσεις αλλά δεν έχω ξεκινήσει να γράφω κι αυτό το στάδιο μπορεί να κρατήσει καιρό. Η γραφή ξεκινάει μόνο όταν στο κεφάλι μου έχει ολοκληρωθεί το αφήγημα, το πολύ-πολύ να μην έχω ορίσει τον τρόπο που τελειώνει. Στις επιμέρους ιστορίες πολλές φορές λοξοδρομώ ή δημιουργώ καινούργιες, αλλά στη βασική μένω πιστή, εφόσον έχω καταλήξει. Η πρώτη γραφή είναι στο χέρι -καινούργιο τετράδιο, ξυσμένα μολύβια και τέτοια- μέχρι να βρω τη δομή, τον ρυθμό, τους χαρακτήρες. Μετά στον υπολογιστή. Πολλά μπορεί ν΄ αλλάξουν από το χαρτί στον υπολογιστή και στη συνέχεια, ακόμη περισσότερα αλλά πάντα προς την κατεύθυνση ενίσχυσης του μηνύματος που έχει το βιβλίο κι αυτό έχει οριστεί εξ΄ αρχής. Εκτός αν στην πορεία διαπιστώσω πως το πραγματικό μήνυμα, καλά κρυμμένο, είναι διαφορετικό από το αρχικό, οπότε πάλι προσαρμόζομαι ανάλογα.

Τι γνώμη έχετε για το μέλλον της τέχνης γενικότερα και ιδιαίτερα της γραφής με την τεχνητή νοημοσύνη να εξελίσσεται τόσο γρήγορα και να μπορεί ν΄ αντικαθιστά τους δημιουργούς;
Φαίνεται τρομακτική η προοπτική παραγκωνισμού του ανθρώπου από τις μηχανές που ο ίδιος κατασκευάζει. Όπως φαινόταν ανά τους αιώνες κάθε μεγάλο επιστημονικό επίτευγμα και η κοινωνική αλλαγή που επέφερε. Πάντα υπάρχει δυσπιστία και επιφυλακτικότητα στην αλλαγή, πολλές φορές και κίνδυνος. Αλλά θα μπορούσαμε άραγε ν΄ αντισταθούμε στην εξέλιξη ακόμη κι αν το θέλαμε; Μπορεί στο κοντινό μέλλον πολλά να είναι διαφορετικά. Φύσει αισιόδοξη, πιστεύω ότι θα βρει τελικά η ανθρωπότητα τον τρόπο να είναι και προς όφελός της∙ η περίοδος της προσαρμογής ίσως μας δυσκολέψει κάπως. Κι αφού ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς να δημιουργεί, ίσως στο μέλλον να ανακαλύψει άλλους τρόπους, άλλες τέχνες, θα φανεί. Στο μεταξύ, ακολουθώ κάτι που συχνά επαναλάμβανε η γιαγιά μου «εσύ τον δρόμο σου βλέπε». Άρα το μέλημά μου είναι να παραμένω πιστή στον δρόμο που διαλέγω και να συνεχίσω να γράφω όσο αυτό αποτελεί για μένα ανάγκη, άσχετα με το αν μια μηχανή θα με αντιγράψει ή θα με αντικαταστήσει. Ίσως κι εγώ ν΄ αντικαταστήσω τη γραφή με κάτι άλλο.
Τι θα θέλατε (ή ελπίζετε) να περάσετε στον αναγνώστη μέσα από το βιβλίο σας;
Με δυο λόγια, το γεγονός ότι η οπτική του καθενός μας δημιουργεί την πραγματικότητά του κι όταν αλλάζει η πρώτη συμπαρασύρει στην αλλαγή και τη δεύτερη. Απαιτείται η δική μας μετακίνηση για κάθε αλλαγή που επιθυμούμε. Δεν συμβαίνει έξω από μας αλλά εντός. Χρειάζεται μόνο να σταθούμε λιγάκι, να αφουγκραστούμε την εσωτερική φωνή για να εντοπίσουμε τη θέση μας και μετά να κάνουμε ένα βήμα. Τόσο απλά αλλά και τόσο δύσκολα αν επιμένουμε να στηλώνουμε τα πόδια αμετακίνητοι.
Θεωρείτε ότι το βιβλίο σας «Συνάντηση με την Κλερ» είναι ένα βιβλίο περισσότερο για γυναίκες αναγνώστριες, μιας και οι βασικές ηρωίδες είναι κυρίες;
Η αλήθεια είναι ότι αν μιλήσουμε για το κομμάτι του ψυχογραφήματος, όντως άπτεται περισσότερο της γυναικείας ψυχολογίας, αλλά ποιος ορίζει ότι αυτό αφορά μόνο στις γυναίκες; Ο πληθυσμός των ανδρών που διαβάζουν λογοτεχνία γενικά είναι μικρότερος από των γυναικών, όμως νομίζω ότι οι άνδρες αναγνώστες και για τη γυναικεία ψυχολογία ενδιαφέρονται, στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν το άλλο φύλλο αλλά και τη δική τους θηλυκή πλευρά και για τις σχέσεις μεταξύ τους. Η καθοριστική σχέση με τη μητέρα, που προσεγγίζεται στο βιβλίο, δεν αφορά μόνο μητέρες και κόρες. Η προσπάθεια για εξέλιξη, επίσης. Πάντως, από άνδρες που το διάβασαν δέχτηκα πολύ καλές κριτικές και δεν ήταν όλοι φίλοι ή γνωστοί.
Γράφετε όπως διαβάζετε;
Μακάρι να ήταν έτσι. Πολλές φορές διαβάζοντας σκέφτηκα να σταματήσω να γράφω, ότι ποτέ δεν θα είμαι τόσο καλή, δεν θα ξεσηκώνω τόσα συναισθήματα, δεν θα μεταφέρω περίτεχνα ένα τόσο βαθύ νόημα, δεν θα εμπνευστώ μια τέτοια ιστορία ή πλοκή. Η ανασφάλεια του συγγραφέα; Ίσως. Η ανάγκη όμως της έκφρασης και του μοιράσματος ξεπερνά αυτή την ανασφάλεια. Έτσι, προσπαθώ να παρατηρώ τους πετυχημένους του είδους, τι τους κατέστησε πετυχημένους και ξεχωριστούς και να μαθαίνω από κείνους πώς να πειραματίζομαι και να ψάχνω ενώ ταυτόχρονα κρατώ το προσωπικό μου στυλ χωρίς μιμήσεις.
