Τη μεγάλωσαν δυο γονείς που της έδωσαν ελευθερία και ακολούθησε το ένστικτο της για να κάνει αυτό που αγαπά. Η Αγορίτσα της επιτυχημένης σειράς του Alpha μιλάει για τη συνεργασία της στον “Αστέρα Ραχούλας” και μας φανερώνει πτυχές του εαυτού της για να την γνωρίσουμε καλύτερα.
Της Ελευθερίας Αντύπα
“Γεννήθηκα στο Χολαργό ένα χειμωνιάτικο πρωί. Μεγάλωσα στη Νίκαια και εκεί ζούσα μέχρι πριν κάτι μήνες που την αποχωρίστηκα. Αυτή η πόλη έχει γράψει μέσα μου, οι άνθρωποι, τα προσφυγικά.. όλα. Η Νίκαια έχει ακόμα γειτονιές, έχει την καλημέρα του γείτονα, τα απλωμένα ρούχα στις αυλές, την αυθεντικότητα του κόσμου. Με ευχαριστεί που έχω μεγαλώσει με αυτές τις εικόνες.
Έχω δύο γονείς που με μεγάλωσαν με ελευθερία. Δεν πότισαν το κεφάλι μου με κανένα δικό τους όνειρο ή απωθημένο. Με άφησαν να αιθεροβατώ μέχρι να είμαι έτοιμη να αποφασίσω εγώ για μένα. Μικρή λοιπόν ήθελα να ασχοληθώ με τα καλοκαίρια και τους έρωτες, αυτοί ήταν οι στόχοι μου. Γι ‘ αυτό και δεν διάβαζα στο σχολείο, αλλά, όταν διάβαζα έγραφα 19.
Δεν πήρα καμία απόφαση, δεν αγαπώ τα τελεσίδικα. Ένα ένστικτο ακολούθησα. Ήθελα να κάνω κάτι που μέσω αυτού να εκφράζομαι, να δημιουργώ. Η δημιουργία είναι η δουλειά του Θεού. Αυτόν ψάχνω να βρω.
Μόνο χαρά μου έχει προσφέρει η συνεργασία στον “Αστέρα Ραχούλας”. Οι άνθρωποι εκεί μόνο φως δίνουν, δίνω και εγώ από το δικό μου και έχουμε αυτό το αλισβερίσι.
Υποδύομαι ένα κορίτσι το οποίο είχε από μικρή μια παράλογη, για τον κόσμο, επιθυμία, να παίξει ποδόσφαιρο. Τα έφερε από δω τα έφερε από κει και έτσι στη σειρά μεταμφιέζεται σε ένα παράξενο αγόρι και παίζει τερματοφύλακας του “Αστέρα Ραχούλας”.
Η πρώτη μου επαφή στην τηλεόραση ήταν στη σειρά “3ος νόμος” του Πάνου Κοκκινόπουλου και στο θέατρο στο “Κοροϊδάκι της δεσποινίδος” σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια.
Οι δυσκολίες του επαγγέλματος είναι όταν η μαγεία συναντάει την πραγματικότητα. Ακόμα αντιμετωπίζω. Έχουμε μήνα Μάιο και ακόμα δεν ξέρω τι θα κάνω τη σεζόν που έρχεται. Αλλά αυτό είναι κάτι που το ήξερα πριν μπω στη σχολή.
Με κουράζουν οι άνθρωποι που κρίνουν αντί να παρατηρούν, οι άνθρωποι που ασκούν εξουσία στους αδύναμους, οι φασίστες, αυτοί που μιλάνε και δεν ακούν, οι άνθρωποι που απομακρύνονται πανικόβλητοι για να μη νιώσουν, να μη δοθούν, να μη χάσουν. Αυτοί που δε βουτούν με τα μούτρα στη ζωή και στον έρωτα. Με κουράζω και εγώ όταν με πιάνω στα πράσα να αντιγράφω ανορθόγραφα αυτό το μοτίβο της κοινωνίας.
Ευτυχισμένη με κάνει η οικογένεια μου, οι φίλοι μου, οι αμοιβαίοι έρωτες, μια βόλτα στη θάλασσα, όταν κοιτώ τον ήλιο και μου κλείνει τα μάτια. Τα παιδιά και τα ζώα. Τα πάρε δώσε της αγάπης
Ευτυχώς όσο μεγαλώνω γίνομαι πιο ειλικρινής με εμένα. Ανακαλύπτω τι είμαι και το εκφράζω χωρίς να σκέφτομαι πως φαίνομαι. Παλιά όταν ένιωθα στεναχώρια, μου φορούσα κουστουμάκι χαράς, τώρα μένω σπίτι, κοιτάω ταβάνι και περνάει. Αλλά και πάλι να αποφύγει κάποιος εντελώς να τον νοιάζει η εικόνα του είναι σαν άπιαστο όνειρο, πάντα λίγο θα μας τρώει.
Πώς θα με περιέγραφα; Είμαι έξω καρδιά μέχρι να κάνεις λάθος. Παραπαίω ανάμεσα στα σαλόνια και τ’ αλώνια. Γυναίκα και παιδί. Αυθόρμητη με αφέλεια και χιούμορ. Θέλω να γίνεται το δικό μου, ξεχασιάρα. Έξυπνη, πεισματάρα, εγωκεντρική, με δόσεις τρέλας. Ανασφαλής πολλές φορές, άλλες φορές νάρκισσος. Δυνατή, δυναμική και εύθραυστη, κυκλοθυμική. ερωτευμένη μόνιμα με κάτι. Ρομαντική. Αναρωτιέμαι πόσες είμαστε μέσα σ’ αυτό το σώμα. Λίγο απ’ όλα τέλος πάντων.
Στον ελεύθερο μου χρόνο θέλω να μένω σπίτι, να ακούω μουσική, να τραγουδάω στο μπάνιο, να διαβάζω, να γράφω, να συναντώ τους ανθρώπους μου.
Δεν έχω και δεν είχα ποτέ κάποιο πρότυπο. Το πρότυπο μπορεί να λειτουργήσει περιοριστικά για το άτομο και να αφήσει στο βυθό της κάποια ιδιαιτερότητα ή χάρισμα απολύτως προσωπικό. Παρ’ όλα αυτά έχω αρκετούς να θαυμάζω είτε για την καλλιτεχνική τους ιδιότητα είτε για την μεγαλοψυχία τους.”