Της Ελευθερίας Αντύπα

Καθώς η θεατρική παράσταση “Η Κρεατόπιτα” φτάνει στο τέλος της το Σάββατο 15 Μαρτίου, έχουμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε την Φωτεινή Γέμτου, την εξαιρετική ηθοποιό που ενσαρκώνει τον κεντρικό ρόλο. Σε αυτή την αποκλειστική συνέντευξη, η Φωτεινή μας αποκαλύπτει την εμπειρία της από την παράσταση και τα συναισθήματά της.

Τι σας προσέλκυσε στον ρόλο αυτόν και τι είναι αυτό που σας γοήτευσε περισσότερο στην ερμηνεία του χαρακτήρα;

Νιώθω μια βαθιά τρυφερότητα για τον χαρακτήρα που ερμηνεύω. Δεν μένω τόσο στο γεγονός του ότι είναι μητέρα, πράγμα που αντικειμενικά έχει ιδιαίτερο βάρος στον τρόπο που βιώνει τη διαδρομή της μέσα στη διεφθαρμένη πόλη προκειμένου να βρει την εξαφανισμένη κόρη της. Αυτό που με κάνει ακόμα περισσότερο να την αγκαλιάσω μέσα μου είναι η άγνοια με την οποία ξεκινά την απρόβλεπτη αυτή διαδρομή. Δεν πρόκειται για μια άγνοια λόγω χαμηλού δείκτη νοημοσύνης ή λόγω γενικής αδιαφορίας. Πρόκειται για μια άγνοια που μπορεί να φέρει ο καθένας από μας όταν δεν είναι υποψιασμένος, όταν επιμένει σε μια υγιή πραγματικότητα που θέλει να πιστέψει πως υφίσταται είτε εθελοτυφλώντας είτε αισιοδοξώντας για χάρη της αθωότητας. Με γοητεύει και με ταρακουνάει βαθιά σε προσωπικό επίπεδο πώς αυτή η μη επαναστάτρια θετική-αφελής γυναίκα περνάει όλα τα στάδια σε αυτό το “ταξίδι” της στην καταρρακωμένη πόλη και καταλήγει πλέον, βιώνοντας μια άβολη και σοκαριστική πραγματικότητα, να αλλάζει οπτική, να αλλάζει βλέμμα, να αλλάζει κοσμοθεωρία.

Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε κατά τη διάρκεια των προβών και της προετοιμασίας για τον ρόλο;

Είναι ένα μονόλογος που δεν επιτρέπει στον ερμηνευτή να επαναπαυθεί. Και κατ’ επέκταση ούτε στον θεατή. Απαιτεί εξωφρενική εγρήγορση, συγκέντρωση, πειθαρχία και οικονομία μέσων, προκειμένου η ερμηνεία του ρόλου να έχει στάδια, δυναμικές, επίπεδα και αλήθεια. Προκειμένου να έχει ροή και ουσιαστική απεύθυνση. Η ηρωίδα μου μεταπηδά από τον αφηγηματικό λόγο στον βιωμένο, από την πρόζα στο τραγούδι, από την παρατήρηση στο ίδιο το γεγονός, από το τρίτο πρόσωπο στο πρώτο, από τη σκέψη, το όνειρο, τη φαντασία, στο βίωμα, στην εδώ και τώρα επαφή, συνειδητοποίηση και επικοινωνία. Ήταν μια δύσκολη διαδικασία η δημιουργία του ρόλου αυτού, ο οποίος στην ερμηνεία του εξακολουθεί να με φέρνει στα όρια μου, όμως ταυτόχρονα με λυτρώνει, με αφυπνίζει και με επαναπροσδιορίζει κάθε φορά ως κοινωνικό ον.

Πώς επηρεάζει η προσωπική σας εμπειρία την ερμηνεία του μονολόγου και πώς συνδέεστε με τον χαρακτήρα σε προσωπικό επίπεδο;

Όπως σας είπα και στην αρχή, αυτό που με αγγίζει βαθιά είναι η πορεία αυτής της γυναίκας από το “περίπου” στο “ολόκληρο“. Ξεκινάει τη διαδρομή της έχοντας στο μυαλό της ένα μέρος της κοινωνίας που ανήκει, για τον λόγο ακριβώς ότι δε βρέθηκε ποτέ σε συνθήκη να χρειάζεται να βιώσει το υπόλοιπο κομμάτι της. Βγαίνει λοιπόν στους δρόμους και αναγκάζεται να έρθει σε επαφή με την “άλλη πλευρά της σελήνης“, τη σκοτεινή. Αυτό δε θα συνέβαινε ποτέ σε εκείνη αν δεν υπήρχε η απόλυτη ανάγκη μέσα της να βγει στους νυχτερινούς δρόμους και να ψάξει την κόρη της. Όλοι οι πολίτες ακούμε ιστορίες για την κατάχρηση εξουσιών, για την παραβίαση δημοκρατικών θεσμών, για την επιβολή διεφθαρμένων τακτικών σε τυπικά μη διεφθαρμένο καθεστώς, όμως πάντα υπάρχει η τάση να θεωρούμε κάποια πράγματα εξαίρεση στον κανόνα. Είναι όμως μικρή εξαίρεση; Προσωπικά νιώθω συχνά ότι ζω σε ένα θολό κοινωνικό τοπίο, που έχω όμως τη θετική διάθεση να βρίσκω δικαιολογίες, να αποδέχομαι και να υιοθετώ το σύνθετο του πράγματος, αλλά παρόλα αυτά η θολούρα παραμένει ανά τα χρόνια σε όλο το μήκος και το πλάτος του κοινωνικού ιστού. Συχνά νιώθω να μουδιάζω και να μην παίρνω πειστικές απαντήσεις. Κι εγώ όπως η γυναίκα στην αρχή του έργου δεν έπεσα ποτέ στα βαθιά της κοινωνικής σήψης, παρότι από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου έχω στα ρουθούνια μου τη δυσωδία της. Ας μη γελιόμαστε, ζούμε σε μια χώρα που το σύστημα έχει σαθρά θεμέλια. Μέσα από τη διαδρομή της γυναίκας που υποδύομαι, λοιπόν, βιώνω κι εγώ την δική μου κοινωνική ενηλικίωση και συνειδητοποίηση. Νιώθω πως κι εγώ μαζί της παίρνω θέση απέναντι σε όλα όσα μας περιστοιχίζουν και λέω κι εγώ με τη σειρά μου στον εαυτό μου: «άνοιξε τα μάτια! μην τα κλείνεις! άνοιξε τα μάτια σου!»

Ποια συναισθήματα επιδιώκετε να προκαλέσετε στο κοινό μέσα από την ερμηνεία σας;

Δε θέλω να δημιουργήσω συναισθήματα. Θέλω να πω την ιστορία. Ούτε εγώ ξεκινάω το έργο στοχεύοντας σε συναισθήματα. Δεν έχω απώτερο στόχο να νιώσω ή να νιώσουν οι άλλοι έτσι ή αλλιώς. Τα συναισθήματα προκύπτουν, αν προκύψουν. Εμένα με ενδιαφέρει να πω την ιστορία μιας γυναίκας που έχει δικαίωμα ως μέλος μιας κοινωνίας να ονειρεύεται και να οραματίζεται ένα φωτεινό μέλλον κι όμως συνειδητοποιεί ότι κάποιοι της σβήνουν μονίμως το φως. Και θέλω στα αλήθεια να καταλάβουμε όλοι- και πρώτα από όλα εγώ όχι μόνο να το λέω αλλά να το κάνω πράξη κάθε μέρα όλη μέρα- πως αν δεν πάρουμε θέση στη ζωή που μας ανήκει και στην κοινωνία που μας εμπεριέχει και την εμπεριέχουμε, τίποτα δεν μπορεί ποτέ να αλλάξει πραγματικά.

Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας από τη συνεργασία με την σκηνοθέτρια;

Η Αγγελική Δαρλάση είναι η συγγραφέας και η σκηνοθέτρια του έργου. Είναι φίλη μου από τα κοινά φοιτητικά μας χρόνια στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είχαμε μια εξαιρετική συνεργασία, καθώς εμπιστευόμαστε και εκτιμάμε η μια την άλλη, γι’ αυτό άλλωστε κι αποφασίσαμε εξαρχής να συνεργαστούμε. Η Αγγελική γράφει με ιδιαίτερη ευαισθησία, είναι έξυπνη, ευφάνταστη και κοινωνικά ευαισθητοποιημένη. Θεωρώ πως η Κρεατόπιτα είναι ένα ουσιαστικά πολιτικό κείμενο κι άρα και υπαρξιακό. Με αυτό τον μονόλογο με έβαλε κι εμένα να σκεφτώ και συνειδητοποιήσω πράγματα που ωρίμασαν μέσα μου και πήραν τη θέση τους. Σε ευχαριστώ, Αγγελική, για τον μονόλογο που μου χάρισες!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *